viernes, 15 de mayo de 2020

eleni vakaló / dos poemas













El ojo de mi padre

*

Mi padre tenía un ojo de vidrio.
Los domingos que se quedaba en casa sacaba de su bolsillo
otros ojos, los pulía con el extremo de su manga y llamaba
a mi madre para que eligiera.Mi madre reía.
.
Las mañanas mi padre estaba complacido. Jugaba con el ojo
en la palma de su mano antes de ponérselo y decía que
era un buen ojo. Pero yo no quería creerlo.
.
Echaba un oscuro chal sobre mis hombros como si tuviera
frío y era para espiar. Al final un día lo vi llorar. No tenía
ninguna diferencia con un ojo de verdad.

~

Qué hábitos de las plantas me atemorizan

*

Cuando las yemas revientan en las ramas secas
ya están plegadas dentro de ellas una por una las verdes hojas
—Quizás por eso no se sabe si las plantas realmente mueren—
porque una rama nueva
vigorosa
que florece
trepa desde la misma raíz
y toma el lugar del tallo seco
asimismo hay plantas cuya semilla cae antes de morir
y retoñan en la estación propicia
o queda su raíz
y nos da muchas otras plantas que se multiplican al año siguiente
La resistencia de las plantas me sobrecoge
Algunas avanzan con su raíz desde el jardín contiguo
Y penetran los cimientos
Un álamo nos creció así y ahora está inmenso
No se puede poner límites a las plantas
Solamente deben podarse cuando es necesario
Las plantas que todos creemos tan simples

***
Eleni Vakaló (Estambul, 1921-Atenas, 2000)
Versiones de Francisco Torres Córdova

/

Tο μάτι του πατέρα μου

*

Οπατέρας μου είχε ένα γυάλινο μάτι.
Τις Κυριακές που καθότανε σπίτι έβγαζε από την τσέπη του
κι άλλα μάτια, τα γυάλιζε με την άκρη του μανικιού του και φώ-
ναζε τη μητέρα μου να διαλέξει. Η μητέρα μου γελούσε.

Τα πρωινά ο πατέρας μου ήταν ευχαριστημένος. ‘Επαιζε το μάτι
στη φούχτα του πριν το φορέση και έλεγε πως είναι ένα καλό μάτι.
‘Ομως εγώ δεν ήθελα να τον πιστέψω.

Ερριχνα ένα σκούρο σάλι στους ώμους μου τάχα πως κρυώ-
νω κι ήταν για να παραμονέψω. Στο τέλος τον είδα μια μέρα να
κλαίει. Δεν είχε καμιά διαφορά από ένα αληθινό μάτι.

Αυτό το ποίημα
δεν είναι για να το διαβάσουν
όσοι δεν μ’ αγαπούνε
ακόμη
κι από κείνους
που δεν θα με ξέρουν
αν δεν πιστεύουνε πως υπήρξα
σαν
και κείνους.

Ύστερα από την ιστορία με τον πατέρα μου, υποψιαζόμουνα και όσους είχαν αληθινά μάτια.

~

Ποιες συνήθειες τών φυτών μέ τρομάζουν :
Στα ξερά τά κλαδιά όταν σκάνε τά μάτια
διπλωμένα είναι μέσα τους ένα ένα τά πράσινα φύλλα
– Ίσως είναι γι’ αυτό που δεν ξέρεις τά φυτά αν πεθαίνουν στ’ αλήθεια –
γιατί ένα κλωνάρι καινούργιο
γερό
που ανθίζει
πετάει απ’ τήν ίδια τή ρίζα
και τή θέση τού κορμού που μαραίνεται παίρνει
πάλι είναι φυτά πριν πεθάνουν ο σπόρος τους πέφτει
στην κατάλληλη εποχή θα τά δεις να φυτρώνουν
ή η ρίζα τους μένει
πιο πολλά που γεμίζουνε τότε τόν επόμενο χρόνο μάς δίνει
Η αντοχή τών φυτών μέ ξαφνιάζει
Μερικά με τή ρίζα περνούν προχωρώντας στα θεμέλια
Απ’ τόν κήπο στο πλάϊ
Μία λεύκα μάς φύτρωσε έτσι κι’ είναι τώρα μεγάλη
Τά φυτά δεν τά ορίζεις
Τά κλαδεύεις μονάχα όταν πρέπει
Τί φυτά που απλά τά νομίζουμε όλοι

No hay comentarios.:

Publicar un comentario